λαγώχειλος

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

[[Κατηγορία:Σελίδες που χρειάζονται προσοχή (Πρότυπο:αν είναι επίθετο και όχι ουσιαστικό, πώς είναι το θηλυκό;)]]

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο λαγώχειλος οι λαγώχειλοι
      γενική του λαγώχειλου των λαγώχειλων
    αιτιατική τον λαγώχειλο τους λαγώχειλους
     κλητική λαγώχειλε λαγώχειλοι
Κατηγορία όπως «αντίλαλος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

λαγώχειλος < (ελληνιστική κοινήλαγώχειλος < λαγῶς ή λαγώς + χεῖλος

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

λαγώχειλος αρσενικό

Συγγενικά[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]