νυσταγμογράφημα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το νυσταγμογράφημα τα νυσταγμογραφήματα
      γενική του νυσταγμογραφήματος των νυσταγμογραφημάτων
    αιτιατική το νυσταγμογράφημα τα νυσταγμογραφήματα
     κλητική νυσταγμογράφημα νυσταγμογραφήματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

νυσταγμογράφημα < λόγιο ενδογενές δάνειο: αγγλική nystagmogram < αρχαία ελληνική νυσταγμός + γράφω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ni.staɣ.moˈɣra.fi.ma/
τυπογραφικός συλλαβισμός: νυ‐σταγ‐μο‐γρά‐φη‐μα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

νυσταγμογράφημα ουδέτερο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]