παρασχηματισμός

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο παρασχηματισμός οι παρασχηματισμοί
      γενική του παρασχηματισμού των παρασχηματισμών
    αιτιατική τον παρασχηματισμό τους παρασχηματισμούς
     κλητική παρασχηματισμέ παρασχηματισμοί
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παρασχηματισμός < ελληνιστική κοινή παρασχηματισμός[1] < παρασχηματίζω < αρχαία ελληνική παρά + σχηματίζω

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

παρασχηματισμός αρσενικό

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

  1. παρασχηματισμός - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.