παχύσωμος
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
παχύσωμ
ος
η
παχύσωμ
η
το
παχύσωμ
ο
γενική
του
παχύσωμ
ου
της
παχύσωμ
ης
του
παχύσωμ
ου
αιτιατική
τον
παχύσωμ
ο
την
παχύσωμ
η
το
παχύσωμ
ο
κλητική
παχύσωμ
ε
παχύσωμ
η
παχύσωμ
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
παχύσωμ
οι
οι
παχύσωμ
ες
τα
παχύσωμ
α
γενική
των
παχύσωμ
ων
των
παχύσωμ
ων
των
παχύσωμ
ων
αιτιατική
τους
παχύσωμ
ους
τις
παχύσωμ
ες
τα
παχύσωμ
α
κλητική
παχύσωμ
οι
παχύσωμ
ες
παχύσωμ
α
Κατηγορία
όπως «
όμορφος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
[
επεξεργασία
]
παχύσωμος
<
παχύ-
/
παχύς
+
-σωμος
/
σώμα
Επίθετο
[
επεξεργασία
]
παχύσωμος, -η, -ο
που έχει
παχύ
σώμα
Μεταφράσεις
[
επεξεργασία
]
παχύσωμος
Κατηγορίες
:
Επίθετα που κλίνονται όπως το 'όμορφος' (νέα ελληνικά)
Λέξεις με πρόθημα παχύ- (νέα ελληνικά)
Λέξεις με επίθημα -σωμος (νέα ελληνικά)
Νέα ελληνικά
Επίθετα (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία - Talk
Σελίδες συζήτησης
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Λάβετε συντομευμένη διεύθυνση URL
Λήψη κωδικού QR
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Σε άλλα εγχειρήματα
Άλλες γλώσσες
English
Malagasy