πρεσβύτης
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- πρεσβύτης < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική πρεσβύτης
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /pɾeˈzvi.tis/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : πρε‐σβύ‐της
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πρεσβύτης αρσενικό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πρεσβύτης
|
Πηγές[επεξεργασία]
- πρεσβύτης - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ὁ | πρεσβύτης | οἱ | πρεσβῦται |
γενική | τοῦ | πρεσβύτου | τῶν | πρεσβυτῶν |
δοτική | τῷ | πρεσβύτῃ | τοῖς | πρεσβύταις |
αιτιατική | τὸν | πρεσβύτην | τοὺς | πρεσβύτᾱς |
κλητική ὦ! | πρεσβῦτᾰ | πρεσβῦται | ||
δυϊκός | ||||
ονομ-αιτ-κλ | τὼ | πρεσβύτᾱ | ||
γεν-δοτ | τοῖν | πρεσβύταιν | ||
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι μακρό. | ||||
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'στρατιώτης' όπως «στρατιώτης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πρεσβύτης αρσενικό (θηλυκό πρεσβῦτις)
- ο μεγάλος σε ηλικία
- ≈ συνώνυμα: πρέσβης
- ※ 5ος↑ αιώνας ⌘ Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 3, 67.3
- ὧν πατέρες οἱ μὲν πρὸς ὑμᾶς τὴν Βοιωτίαν ἄγοντες ἀπέθανον ἐν Κορωνείᾳ, οἱ δὲ πρεσβῦται λελειμμένοι καὶ οἰκίαι ἐρῆμοι πολλῷ δικαιοτέραν ὑμῶν ἱκετείαν ποιοῦνται τούσδε τιμωρήσασθαι.
- Οι πατέρες των νέων αυτών, άλλοι σκοτώθηκαν στην Κορώνεια εξασφαλίζοντάς σας την συμμαχία της Βοιωτίας, κι άλλοι, γέροι, και χωρίς γιους, έχουν μείνει έρημοι και έχουν περισσότερους τίτλους να σας ζητούν να τιμωρήστε αυτούς εδώ
- Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr
- ≈ συνώνυμα: πρέσβης
- η μεγάλη ηλικία
Πηγές[επεξεργασία]
- πρεσβύτης - Επιτομή του Λεξικού Λίντελ-Σκοτ, Λεξικό της Αρχαίας Ελληνικής Γλώσσας (Επιτομή του Μεγάλου Λεξικού, εκδ. Πελεκάνος, 2007), Ψηφίδες στο Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας, 2012
- πρεσβύτης - ΛΟΓΕΙΟΝ (αγγλικά, από το 2011) Λεξικά για την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα (στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, κ.λπ.) Πανεπιστήμιο του Σικάγου.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναύτης' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Λόγια διαχρονικά δάνεια από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Λόγιοι όροι (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως η ομάδα 'στρατιώτης' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά με κλίση όπως το 'στρατιώτης' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'στρατιώτης' (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά 1ης κλίσης αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως τα -ης (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά παροξύτονα (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις παροξύτονες (αρχαία ελληνικά)
- Λέξεις με επίθημα -της (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Ουσιαστικά (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα από τον Θουκυδίδη (αρχαία ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)