σκοτεινή ενέργεια
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | σκοτεινή ενέργεια | οι | σκοτεινές ενέργειες |
γενική | της | σκοτεινής ενέργειας | των | σκοτεινών ενεργειών |
αιτιατική | τη | σκοτεινή ενέργεια | τις | σκοτεινές ενέργειες |
κλητική | σκοτεινή ενέργεια | σκοτεινές ενέργειες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- σκοτεινή ενέργεια < (μεταφραστικό δάνειο) αγγλική dark energy < dark (σκοτεινός) & energy (ενέργεια)
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
σκοτεινή ενέργεια θηλυκό
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
σκοτεινή ενέργεια
Κατηγορίες:
- Κλίση θηλυκών πολυλεκτικών όρων (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά θηλυκά (νέα ελληνικά)
- Πολυλεκτικοί όροι (νέα ελληνικά)
- Μεταφραστικά δάνεια από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Φυσική (νέα ελληνικά)
- Ελλείποντες ορισμοί
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)