υδραργύρωμα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το υδραργύρωμα τα υδραργυρώματα
      γενική του υδραργυρώματος των υδραργυρωμάτων
    αιτιατική το υδραργύρωμα τα υδραργυρώματα
     κλητική υδραργύρωμα υδραργυρώματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
υδραργύρωμα < υδράργυρος + -ωμα

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

υδραργύρωμα ουδέτερο

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]