ὀπισθοβάτης

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: οπισθοβάτης

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

ελληνιστική κοινή (αρχαία κλίση)
δε μαρτυρείται δυϊκός αριθμός
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ὀπισθοβάτης οἱ ὀπισθοβάται
      γενική τοῦ ὀπισθοβάτου τῶν ὀπισθοβατῶν
      δοτική τῷ ὀπισθοβάτ τοῖς ὀπισθοβάταις
    αιτιατική τὸν ὀπισθοβάτην τοὺς ὀπισθοβάτᾱς
     κλητική ! ὀπισθοβάτ ὀπισθοβάται
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ὀπισθοβάτ
γεν-δοτ τοῖν  ὀπισθοβάταιν
Το δίχρονο φωνήεν της παραλήγουσας είναι βραχύ.
1η κλίση, ομάδα 'στρατιώτης', Κατηγορία 'τοξότης' όπως «τοξότης» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ὀπισθοβάτης < ὀπισθο- + -βάτης

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ὀπισθοβάτης αρσενικό

Εκφράσεις[επεξεργασία]

Συγγενικά[επεξεργασία]

Πηγές[επεξεργασία]