ὁλκάς

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ὁλκάς αἱ ὁλκάδες
      γενική τῆς ὁλκάδος τῶν ὁλκάδων
      δοτική τῇ ὁλκάδ ταῖς ὁλκάσῐ(ν)
    αιτιατική τὴν ὁλκάδ τὰς ὁλκάδᾰς
     κλητική ! ὁλκάς ὁλκάδες
  δυϊκός
ονομ-αιτ-κλ τὼ  ὁλκάδε
γεν-δοτ τοῖν  ὁλκάδοιν
Με βραχύ άλφα στο θέμα -άς, -άδος.
3η κλίση, Κατηγορία 'δεκάς' όπως «δεκάς» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ὁλκάς < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ὁλκάς, -άδος θηλυκό

  • φορτηγό πλοίο, εμπορικό πλοίο
    ※  6ος/5ος↑ αιώνας Πίνδαροςw, Νεμεονίκαις, 5. Πυθέᾳ ‹Αἰγινήτῃ ἀγενείῳ› παγκρατιαστῇ, 3 (5.3-5.4)
    ἀλλ᾽ ἐπὶ πάσας ὁλκάδος ἔν τ᾽ ἀκάτῳ, γλυκεῖ᾽ ἀοιδά, | στεῖχ᾽ ἀπ᾽ Αἰγίνας διαγγέλλοισ᾽,
    Μα εσύ, τραγούδι μου γλυκό, ξεκίνα με κάθε καράβι και βάρκ᾽ | απ᾽ την Αίγινα να διαλαλήσεις παντού,
    Μετάφραση (1936): Ιωάννης Γρυπάρης, @greek‑language.gr
    5ος αιώνας   Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, 7 (Πολύμνια), 25.2
    ἀναπυθόμενος δὲ τοὺς χώρους καταβάλλειν ἐκέλευε ἵνα ἐπιτηδεότατον εἴη, ἄλλον ἄλλῃ ἀγινέοντας ὁλκάσι τε καὶ πορθμηίοισι ἐκ τῆς Ἀσίης πανταχόθεν.
    Κι αφού συγκέντρωσε πληροφορίες για τους κατάλληλους χώρους, διέταξε να τ᾽ αποθηκεύουν σ᾽ αυτούς, κι άλλοι να τα μεταφέρουν από κάθε μέρος της Ασίας με φορτηγά πλοία και περάματα σε διαφορετικό χώρο ο καθένας.
    Μετάφραση (1993): Ηλίας Σπυρόπουλος. Αθήνα:Γκοβόστης @greek‑language.gr
    ※  5ος↑ αιώνας Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, 2, 67.4
    δικαιοῦντες τοῖς αὐτοῖς ἀμύνεσθαι οἷσπερ καὶ οἱ Λακεδαιμόνιοι ὑπῆρξαν, τοὺς ἐμπόρους οὓς ἔλαβον Ἀθηναίων καὶ τῶν ξυμμάχων ἐν ὁλκάσι περὶ Πελοπόννησον πλέοντας ἀποκτείναντες καὶ ἐς φάραγγας ἐσβαλόντες.
    Έκριναν πως ήταν δίκαιο να μεταχειριστούν κι εκείνοι τα ίδια μέσα που είχαν μεταχειριστεί οι Λακεδαιμόνιοι, οι οποίοι είχαν σκοτώσει και ρίξει σε γκρεμούς όσους εμπόρους Αθηναίους ή συμμάχους των Αθηναίων είχαν πιάσει σ᾽ εμπορικά καράβια γύρω από την Πελοπόννησο.
    Μετάφραση (1965-1968): Άγγελος Σ. Βλάχος, Αθήνα:Γαλαξίας @greek‑language.gr

Συγγενικά[επεξεργασία]

με ὁλκ-

  • (Χρειάζεται grc)

→ και δείτε τη λέξη ἕλκω

Πηγές[επεξεργασία]