itself

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

itself < it + -self

Αντωνυμία[επεξεργασία]

itself (en) (ενικός γ' προσώπου, ουδέτερο, αυτοπάθεια του it, αρσενικό himself, θηλυκό herself, πληθυντικός themselves)

  1. (αυτοπαθής αντωνυμία) τον εαυτό του/εαυτό της, μόνο του/της
    The bird sees itself/the owl sees itself in the water.
    Το πουλί βλέπει τον εαυτό του/η κουκουβάγια βλέπει τον εαυτό της στο νερό.
    Nothing was created by itself.
    Τίποτα δε δημιουργήθηκε από μόνο του.
  2. (εμφατικό) ο ίδιος/η ίδια/ το ίδιο
    The idea itself is important.
    Η ιδέα η ίδια είναι σημαντική.
    The book itself is good but the movie is not.
    Το βιβλίο το ίδιο είναι καλό αλλά η ταινία δεν είναι.

Σημειώσεις[επεξεργασία]

  • Στα αγγλικά himself και herself χρησιμοποιούνται συνήθως όταν αναφέρονται σε ανθρώπους και itself χρησιμοποιείται συνήθως όταν αναφέρεται σε πράγματα. Υπάρχουν εξαιρέσεις.

Δείτε επίσης[επεξεργασία]