Γοργοβίτσα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Γοργοβίτσα
      γενική της Γοργοβίτσας
    αιτιατική τη Γοργοβίτσα
     κλητική Γοργοβίτσα
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Γοργοβίτσα < σλαβικής προέλευσης • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ɣoɾ.ɣoˈvi.t͡sa/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Γορ‐γο‐βί‐τσα

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Γοργοβίτσα θηλυκό, μόνο στον ενικό

Άλλες μορφές[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ΦΕΚ Α 287, 10 Οκτωβρίου 1955 (λήψη αρχείου PDF)