Δαυίδ
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Δαυίδ < αρχαία ελληνική Δαυίδ
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Δαυίδ αρσενικό
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] Δαυίδ
Αρχαία ελληνικά (grc)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- Δαυίδ < (άμεσο δάνειο) εβραϊκή דָּוִד
Κύριο όνομα
[επεξεργασία]Δαυίδ αρσενικό άκλιτο
- (ελληνιστική κοινή) ανδρικό όνομα (Δαυίδ), εξελληνισμός εβραϊκού ονόματος
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- Δαυίδ στη Βικιπαίδεια