Δριόπη

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Δείτε επίσης: Δρυόπη

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η Δριόπη
      γενική της Δριόπης
    αιτιατική τη Δριόπη
     κλητική Δριόπη
Κατηγορία όπως «νίκη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

Δριόπη < → δείτε τη λέξη Δρυόπη

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ðɾiˈo.pi/
τυπογραφικός συλλαβισμός: Δρι‐ό‐πη

Κύριο όνομα[επεξεργασία]

Δριόπη θηλυκό

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Αναφορές[επεξεργασία]

  1. ΦΕΚ Α 390, 16 Δεκεμβρίου 1933