τάρταρα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ ενημέρωση των interwikis, προσθήκη mg |
μ Bot: εισαγωγή κλείδας ταξινόμησης |
||
Γραμμή 59: | Γραμμή 59: | ||
{{μτφ-τέλος}} |
{{μτφ-τέλος}} |
||
{{κλείδα |
{{κλείδα-ελλ}} |
||
[[en:τάρταρα]] |
[[en:τάρταρα]] |
Αναθεώρηση της 06:47, 25 Μαΐου 2013
Νέα ελληνικά (el)
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | τα | τάρταρα | ||
γενική | των | ταρτάρων | ||
αιτιατική | τα | τάρταρα | ||
κλητική | τάρταρα | |||
Κατηγορία όπως «πρόσωπο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
- τάρταρα < αρχαία ελληνική Τάρταρα, πληθυντικός του ετερόκλιτου αρσενικού Τάρταρος
Ουσιαστικό
τάρταρα ουδέτερο, μόνο στον πληθυντικό
- ο τόπος τιμωρίας των ψυχών στον Κάτω Κόσμο
- (μεταφορικά) η κατάσταση στην οποία κάποιος βασανίζεται ψυχικά
Μεταφράσεις
τάρταρα
|