συλλαβισμός: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ από el-κλίσ- σε el-κλίση-
Γραμμή 1: Γραμμή 1:
=={{-el-}}==
=={{-el-}}==
{{el-κλίσ-'ουρανός'}}
{{el-κλίση-'ουρανός'}}
==={{ετυμολογία}}===
==={{ετυμολογία}}===
: '''{{PAGENAME}}''' < {{πρόσφ|συλλαβίζω|-μός}} ({{μτφδ|fr|el|syllabation}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref>)
: '''{{PAGENAME}}''' < {{πρόσφ|συλλαβίζω|-μός}} ({{μτφδ|fr|el|syllabation}}<ref>{{Π:ΛΚΝ}}</ref>)

Αναθεώρηση της 10:42, 13 Σεπτεμβρίου 2020

Νέα ελληνικά (el)

Πρότυπο:el-κλίση-'ουρανός'

Ετυμολογία

συλλαβισμός < συλλαβίζω + -μός ((μεταφραστικό δάνειο) γαλλική syllabation[1])

Προφορά

λείπει η προφορά Μπορείτε να βοηθήσετε;
τυπογραφικός συλλαβισμός: συλ‐λα‐βι‐σμός

Ουσιαστικό

συλλαβισμός αρσενικό

  1. Πρότυπο:γραμμ η διαίρεση μιας λέξης σε συλλαβές στη γραπτή της μορφή ή η εκφώνησή τους
    ο συλλαβισμός της λέξης «κατάσταση» παριστάνεται με τις συλλαβές χωρισμένες από ενωτικά: «κα-τά-στα-ση»
    • συλλαβιστική ικανότητα: Ο νεαρός μαθητής κατείχε άψογα τον συλλαβισμό.
  2. (συνεκδοχικά) η ανάγνωση με δυσκολία που δείχνει πως αυτός που διαβάζει δυσκολεύεται να διαβάσει και προσπαθεί να συλλαβίσει τις λέξεις

Άλλες μορφές

Παράγωγα

είδη συλλαβισμού:

Συγγενικά

Δείτε επίσης

Μεταφράσεις

Αναφορές