-μός
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | ο | -μός | οι | -μοί |
γενική | του | -μού | των | -μών |
αιτιατική | τον | -μό | τους | -μούς |
κλητική | -μέ | -μοί | ||
Κατηγορία όπως «ναός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- -μός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -μός [1]
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθημα[επεξεργασία]
-μός αρσενικό
- επίθημα αφηρημένων αρσενικών ουσιαστικών που δηλώνουν την ενέργεια κάποιου ρήματος ή τα αποτελέσματά της
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Άλλες μορφές[επεξεργασία]
ανάλογα με το θέμα του ρήματος απ' το οποίο παράγονται:
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
-μός
|
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ -μός - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Μεσαιωνικά ελληνικά (gkm)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- -μός < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική -μός
Επίθημα[επεξεργασία]
-μός αρσενικό
- επίθημα αφηρημένων αρσενικών ουσιαστικών που δηλώνουν την ενέργεια κάποιου ρήματος ή τα αποτελέσματά της
- εὐτυχίζω, θέμα αορίστου εὐτυχισ- > εὐτυχισμός
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- -μός < παράγωγο ρημάτων σε -ίζω < πρωτοϊνδοευρωπαϊκή *-mo-: *mos ή *-mós[1]
- Δείτε και την επέκταση στο ελληνιστικό -ισμός
Επίθημα[επεξεργασία]
-μός αρσενικό
- παραγωγικό επίθημα για το σχηματισμό αρσενικών ουσιαστικών που προέρχονται από ρήματα και εκφράζουν την ρηματική πράξη
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- Αρχαίες ελληνικές λέξεις με επίθημα -μός στο Βικιλεξικό
- Λέξεις -μός @perseus.tufts.edu Greek Dictionary Headword Search, Πανεπιστήμιο Tufts
Συγγενικά[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'ναός' (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιθήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Μεσαιωνικά ελληνικά
- Επιθήματα (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (μεσαιωνικά ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από την πρωτοϊνδοευρωπαϊκή (αρχαία ελληνικά)
- Αρχαία ελληνικά
- Επιθήματα (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αρχαία ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)