αβγοσαλάτα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
αβγοσαλάτα θηλυκό
- (γαστρονομία) σαλάτα με κύριο συστατικό βραστά αβγά
- ↪ περίφημη αβγοσαλάτα είναι η λεγόμενη "Χαβάη" με ενωμένες αντίθετα κομμένες φέτες αυγών σχηματίζοντας περιμετρική ασπροκίτρινη χαβανέζικη γιρλάντα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
αβγοσαλάτα
|