αλετρόποδο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]αλετρόποδο ουδέτερο
- → δείτε τη λέξη αλετροπόδι
αλετρόποδο ουδέτερο