ανθοδετική
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- ανθοδετική < ανθοδέτης
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ανθοδετική θηλυκό
- η τεχνική κατασκευής ανθοδέσμης, από νωπά ή αποξηραμένα άνθη και μέρη φυτών ακολουθώντας σχέδια, αρμονία χρωμάτων και ρυθμούς παρουσίασης.
Σημειώσεις
[επεξεργασία]- σπουδαίες ανθοδετικές τεχνικές - επιλογές έχουν αναπτύξει οι Ιάπωνες.