αποσπερία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- αποσπερία < Αποσπερίτης + -ία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
(η) αποσπερία θηλυκό
- νύχτα κατά την οποία φαίνεται ο πλανήτης Αφροδίτη
- βραδινή συνάθροιση ατόμων
- γλέντι ή έστω καλή συντροφιά/παρέα το βράδυ
Σημειώσεις[επεξεργασία]
Ενίοτε συγχέεται με την αποσπέρα.
Κάποιοι αστρολόγοι εννοούν πλανητική ευθυγράμμιση Γης, Ήλιου και Αφροδίτης (βραδινή για την συγκεκριμένη χώρα).
Στην λογοτεχνία δύναται η χρήση της λέξης να είναι ατμοσφαιρικά συνειρμική και όχι ακριβής.