γεωδιαμόρφωση

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η γεωδιαμόρφωση οι γεωδιαμορφώσεις
      γενική της γεωδιαμόρφωσης* των γεωδιαμορφώσεων
    αιτιατική τη γεωδιαμόρφωση τις γεωδιαμορφώσεις
     κλητική γεωδιαμόρφωση γεωδιαμορφώσεις
* παλιότερος λόγιος τύπος, γεωδιαμορφώσεως
Κατηγορία όπως «δύναμη» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
γεωδιαμόρφωση < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

γεωδιαμόρφωση θηλυκό

  • η διαμόρφωση ενός πλανήτη ή δορυφόρου (όχι σκάφους) έτσι ώστε να φιλοξενεί γήινη ζωή με πρότυπο την Γη

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]