πρωτογερμανική
(Ανακατεύθυνση από δυτική πρωτογερμανική)
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | πρωτογερμανική | ||
γενική | της | πρωτογερμανικής | ||
αιτιατική | την | πρωτογερμανική | ||
κλητική | πρωτογερμανική | |||
Κατηγορία όπως «ψυχή» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πρωτογερμανική < ουσιαστικοποιημένο θηλυκό του επιθέτου πρωτογερμανικός εννοείται το ουσιαστικό γλώσσα
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πρωτογερμανική θηλυκό, μόνο στον ενικό
- (γλώσσα) υποθετική, ανακατασκευασμένη γλώσσα, που θεωρείται ότι υπήρξε πρόγονος όλων των γερμανικών γλωσσών
Άλλες μορφές
[επεξεργασία]Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Μεταφράσεις
[επεξεργασία] πρωτογερμανική
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]πρωτογερμανική
- ονομαστική, αιτιατική και κλητική ενικού, θηλυκού γένους του πρωτογερμανικός