δυφιοοκτάδα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]δυφιοοκτάδα θηλυκό
- (τηλεπικοινωνίες) δυφιονιάδα των 8 δυφίων
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] δυφιοοκτάδα