εργενιλίκι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το εργενιλίκι τα εργενιλίκια
      γενική
    αιτιατική το εργενιλίκι τα εργενιλίκια
     κλητική εργενιλίκι εργενιλίκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

εργενιλίκι < εργένης + -ιλίκι < τουρκική ergen

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

εργενιλίκι ουδέτερο

Μεταφράσεις[επεξεργασία]