Μετάβαση στο περιεχόμενο

εσατζής

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο εσατζής οι εσατζήδες
      γενική του εσατζή των εσατζήδων
    αιτιατική τον εσατζή τους εσατζήδες
     κλητική εσατζή εσατζήδες
Κατηγορία όπως «μπαλωματής» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
εσατζής < ΕΣΑ + -τζής

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
εσατζής αρσενικό
  • παλαιότερη ονομασία του στρατονόμου είτε αξιωματικού είτε οπλίτη που υπηρετούσε σε κλιμάκια της στρατιωτικής αστυνομίας

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]