ζεσταίνομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ζεσταίνομαι < παθητική φωνή του ρήματος ζεσταίνω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /zeˈste.no.me/

Ρήμα[επεξεργασία]

ζεσταίνομαι

βάλε το φαΐ στο φούρνο να ζεσταθεί λίγο
  • νιώθω στο σώμα μου τη ζέστη του περιβάλλοντος
ζεστάθηκε και έβγαλε το παλτό του

Συγγενικά[επεξεργασία]

→ δείτε τη λέξη  ζεστός

Συνώνυμα[επεξεργασία]

έννοια "αισθάνομαι υπερβολική ζέστη"

Αντώνυμα[επεξεργασία]

έννοια "αισθάνομαι ζέστη"

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]