κιονοστοιχία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]κιονοστοιχία θηλυκό
- μία σειρά από κίονες
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] κιονοστοιχία
|
κιονοστοιχία θηλυκό
|