μανιλόσχοινο
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μανιλόσχοινο ουδέτερο
- (ναυτικός όρος): συνηθέστερα καραβόσχοινο που κατασκευάζεται από ίνες αγριομπανανιάς που χρησιμοποιούσαν οι ιθαγενείς στη Μανίλα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μανιλόσχοινο
|