μαυροδάφνη
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
μαυροδάφνη θηλυκό
- ποικιλία γλυκού κρασιού με πολύ βαθύ κόκκινο χρώμα
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
μαυροδάφνη
|