ξυνομυζήθρα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η ξυνομυζήθρα οι ξυνομυζήθρες
      γενική της ξυνομυζήθρας των ξυνομυζηθρών
    αιτιατική την ξυνομυζήθρα τις ξυνομυζήθρες
     κλητική ξυνομυζήθρα ξυνομυζήθρες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

ξυνομυζήθρα < ξυνός + -ο- + μυζήθρα

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

ξυνομυζήθρα θηλυκό

  • παρωχημένη γραφή του ξινομυζήθρα
    ※  Εκάλεσε τον γέροντα στο κελί του , τον εφίλεψε απ ' την ξυνομυζήθρα του Σιλίγδα και τη ρακή του Ξούρα (Νίκος Παναγιωτόπουλος, Αγιογραφία, Πόλις, 2003, σελ. 242)
    ※  Η κριθαροκουλούρα με ντομάτα και ξυνομυζήθρα είναι μια πρόταση για ένα πιάτο ελαφρύ για κάποιον που δεν θέλει να φάει πολύ το μεσημέρι (Κρητικός ντάκος με ντομάτα και ξυνομυζήθρα…, athina984.gr, 22/07/19 [1])