παραδίδομαι

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

παραδίδομαι < μέση-παθητική φωνή του ρήματος παραδίδω

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /pa.ɾaˈði.ðo.me/

Ρήμα[επεξεργασία]

παραδίδομαι

  1. τίθεμαι υπό τις διαταγές κάποιου
     συνώνυμα: υποκύπτω, υποτάσσομαι
  2. αφήνομαι

Κλίση[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]


Αρχαία ελληνικά (grc)[επεξεργασία]

Ρηματικός τύπος[επεξεργασία]

παραδίδομαι

Κλίση[επεξεργασία]