Μετάβαση στο περιεχόμενο

πασπαλιστήρι

Από Βικιλεξικό
 πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πασπαλιστήρι τα πασπαλιστήρια
      γενική του πασπαλιστηριού των πασπαλιστηριών
    αιτιατική το πασπαλιστήρι τα πασπαλιστήρια
     κλητική πασπαλιστήρι πασπαλιστήρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πασπαλιστήρι < πασπαλίζω + -τήρι

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πασπαλιστήρι ουδέτερο

Συγγενικά

[επεξεργασία]

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]