πεθαμενατζίδικο

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το πεθαμενατζίδικο τα πεθαμενατζίδικα
      γενική του πεθαμενατζίδικου των πεθαμενατζίδικων
    αιτιατική το πεθαμενατζίδικο τα πεθαμενατζίδικα
     κλητική πεθαμενατζίδικο πεθαμενατζίδικα
Κατηγορία όπως «σίδερο» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πεθαμενατζίδικο < πεθαμεναντζής + -ίδικο

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πεθαμενατζίδικο ουδέτερο

  1. (οικείο) γραφείο κηδειών
  2. (σκωπτικά) πολύ μελαγχολική η βαριά μουσική
  3. (σκωπτικά) η ντεθ μέταλ

Μεταφράσεις[επεξεργασία]

Κλιτικός τύπος επιθέτου[επεξεργασία]

πεθαμενατζίδικο