πενταετηρίδα

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]


↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η πενταετηρίδα οι πενταετηρίδες
      γενική της πενταετηρίδας των πενταετηρίδων
    αιτιατική την πενταετηρίδα τις πενταετηρίδες
     κλητική πενταετηρίδα πενταετηρίδες
Κατηγορία όπως «ελπίδα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πενταετηρίδα < λείπει η ετυμολογία

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πενταετηρίδα θηλυκό

  1. χρονικό διάστημα πέντε ετών
  2. επέτειος μετά την πάροδο πέντε ετών από ένα σημαντικό γεγονός

Μεταφράσεις[επεξεργασία]