περιδιάβασμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- περιδιάβασμα < περιδιαβάζω + -μα
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
περιδιάβασμα ουδέτερο
- (σπάνιο) άλλη μορφή του περιδιάβαση
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
περιδιάβασμα
|