πλαγιοτομία
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πλαγιοτομία θηλυκό
- γεωδαισία ειδική περίπτωση εμπροσθοτομίας, όταν το ένα από τα δυο γνωστά σημεία είναι απρόσιτο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
πλαγιοτομία
|