πουθενά
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- πουθενά < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πόθεν[1]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /pu.θeˈna/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : που‐θε‐νά
Επίρρημα
[επεξεργασία]πουθενά, (τοπικό επίρρημα)
- σε κανέναν τόπο (στάση)
- ⮡ έψαξα παντού, αλλά δεν σε βρήκα πουθενά
- σε κανέναν τόπο (κατεύθυνση)
- ⮡ δε θα πάμε πουθενά φέτος για διακοπές
- κάπου (αόριστα, σε ερωτήσεις)
- ⮡ θα πάτε πουθενά φέτος τα Χριστούγεννα;
Μεταφράσεις
[επεξεργασία] αρνητικό τοπικό επίρρημα
|
αόριστο τοπικό επίρρημα
→ δείτε τη λέξη κάπου |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]πουθενά ουδέτερο άκλιτο
- συναντάται στις φράσεις:
- ήρθε από το πουθενά: εμφανίστηκε ξαφνικά, ως διά μαγείας
- στη μέση του πουθενά
Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ πουθενά - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
Κατηγορίες:
- Κληρονομημένες λέξεις από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αρχαία ελληνικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Τοπικά επιρρήματα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)