Μετάβαση στο περιεχόμενο

πουθενά

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
πουθενά < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική πόθεν[1]

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /pu.θeˈna/
τυπογραφικός συλλαβισμός: πουθενά

Επίρρημα

[επεξεργασία]

πουθενά, (τοπικό επίρρημα)

  1. σε κανέναν τόπο (στάση)
      έψαξα παντού, αλλά δεν σε βρήκα πουθενά
  2. σε κανέναν τόπο (κατεύθυνση)
      δε θα πάμε πουθενά φέτος για διακοπές
  3. κάπου (αόριστα, σε ερωτήσεις)
      θα πάτε πουθενά φέτος τα Χριστούγεννα;

Μεταφράσεις

[επεξεργασία]

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

πουθενά ουδέτερο άκλιτο

  • συναντάται στις φράσεις:
  1. ήρθε από το πουθενά: εμφανίστηκε ξαφνικά, ως διά μαγείας
  2. στη μέση του πουθενά

Αναφορές

[επεξεργασία]