πούλμαν

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]

πούλμαν

Ετυμολογία [επεξεργασία]

πούλμαν < (άμεσο δάνειο) αγγλική pullman < από το όνομα της ομώνυμης εταιρείας που ίδρυσε ο George Pullman

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

πούλμαν ουδέτερο άκλιτο

Συγγενικά[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]

Μεταφράσεις[επεξεργασία]