σιμούν
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- σιμούν < (λόγιο δάνειο) γαλλική simoun[1] < αγγλική simoonn < αραβική سَمُوم (samūm, θερμός αέρας) [2]
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /siˈmun/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : σι‐μούν
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]σιμούν αρσενικό άκλιτο
- (άνεμος) καυτός ορμητικός άνεμος που μεταφέρει σκόνη από την Αφρική και την Αραβική Χερσόνησο στην Ευρώπη[3]
- ※ Η ζέστη ήταν αφόρητη και ο άνεμος σιμούν μπορούσε να ψήσει ακόμη και πτώμα.
- Μάρκο Πόλο: Ταξίδι στην αυλή του Κουμπλάι Χάν, εφημερίδα Έθνος, 21 Μαρτίου 2020
- ※ Κλέβει το χνούδι απ’ τα παιδιά, τα μονοπάτια σβήνει, / βαφτίζεται στην έρημο και γίνεται σιμούν.
- τραγούδι Σιμούν, ερμηνεία/στίχοι/μουσική: Θανάσης Παπακωνσταντίνου, 2010
- ※ Η χώρα βρισκόταν στις παραμονές ενός μεγάλου κινδύνου, του Μεχμέτ Αλή της Αιγύπτου, ενός αληθινού αφρικανικού σιμούν, που επρόκειτο υστέρα από ένα μήνα να ενσκήψει σφοδρός και να κατερημώσει την Πελοπόννησο.
- Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία του Νέου Ελληνισμού, τ. Ζʹ, Η μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821–1829), Ο αφρικανικός Σιμούν στην Ελλάδα ή η επιδρομή του Ιμπραΐμ (1825–1828), Θεσσαλονίκη 1986, σελ. 7
- ※ Η ζέστη ήταν αφόρητη και ο άνεμος σιμούν μπορούσε να ψήσει ακόμη και πτώμα.
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- simoom στην αγγλική Βικιπαίδεια
Μεταφράσεις
[επεξεργασία]Αναφορές
[επεξεργασία]- ↑ σιμούν - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)
- ↑ σιμούν - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας
- ↑ Αμμοθύελλα, στον Θησαυρό Μετεωρολογικών Όρων του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών
Κατηγορίες:
- Λόγια δάνεια από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα γαλλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αγγλικά (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων από τα αραβικά (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Νέα ελληνικά
- Ουσιαστικά (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά άκλιτα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά αρσενικά (νέα ελληνικά)
- Άνεμοι (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα τύπου (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με παραθέματα στίχους τραγουδιών (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)