τριπλασίασμα
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- τριπλασίασμα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
τριπλασίασμα ουδέτερο
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
τριπλασίασμα
→ δείτε τη λέξη τριπλασιασμός |