Erbse
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γερμανικά
(de)
[
επεξεργασία
]
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
die
Erbse
die
Erbse
n
γενική
der
Erbse
der
Erbse
n
δοτική
der
Erbse
den
Erbse
n
αιτιατική
die
Erbse
die
Erbse
n
Προφορά
[
επεξεργασία
]
ΔΦΑ
: /
ˈɛʁpsə
/
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ουσιαστικό
[
επεξεργασία
]
Erbse
(de)
θηλυκό
(
λαχανικό
)
αρακάς
Κατηγορίες
:
Ουσιαστικά θηλυκά (γερμανικά)
Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (γερμανικά)
Λήμματα με ήχο στην προφορά (γερμανικά)
Γερμανική γλώσσα
Ουσιαστικά (γερμανικά)
Αντίστροφο λεξικό (γερμανικά)
Λαχανικά (γερμανικά)
Φυτά (γερμανικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Ελληνικά
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
Δημιουργήστε!
Ζητήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
Νέα συντακτών
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Azərbaycanca
Български
Čeština
Dansk
Deutsch
English
Español
Eesti
Euskara
Suomi
Français
Magyar
Ido
Íslenska
Italiano
한국어
Kurdî
Malagasy
Plattdüütsch
Nederlands
Norsk
Polski
Română
Русский
Svenska
ไทย
Tagalog
Türkçe
中文