altitude
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]- altitude < (κληρονομημένο) μέση αγγλική altitude < (άμεσο δάνειο) λατινική altitudo
Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /ˈælt.ɪˌtjuːd/ & /ˈælt.ɪˌtuːd/
- ⓘ
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
altitude | altitudes |
altitude (en)
- το υψόμετρο
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
altitude | altitudes |
altitude (fr) θηλυκό
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]Κατηγορίες:
- Pages using the Phonos extension
- Κληρονομημένες λέξεις από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τη μέση αγγλική (αγγλικά)
- Δάνεια από τα λατινικά (αγγλικά)
- Προέλευση λέξεων από τα λατινικά (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (αγγλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (αγγλικά)
- Αγγλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (αγγλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (αγγλικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (γαλλικά)
- Λήμματα με ήχο στην προφορά (γαλλικά)
- Γαλλική γλώσσα
- Ουσιαστικά (γαλλικά)
- Αντίστροφο λεξικό (γαλλικά)