aware

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Επίθετο[επεξεργασία]

aware (en)

  1. o γνωρίζων, που έχει επίγνωση κατάστασης
  2. ενήμερος, ενημερωμένος
  3. έμφρων

Εκφράσεις[επεξεργασία]