beef

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
beef beefs

Ετυμολογία [επεξεργασία]

beef < μέση αγγλική beef < αγγλονορμανδική beof

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /biːf/

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

beef (en)

  1. το βοδινό κρέας
  2. (αργκό) λεκτική αντιπαράθεση μεταξύ δυο ή περισσοτέρων ατόμων, συνήθως χωρίς τη χρήση υβριστικών χαρακτηρισμών