corner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
corner (en)
- η γωνία
- (αθλητισμός) το κόρνερ
Ρήμα[επεξεργασία]
corner (en)
Επίθετο[επεξεργασία]
corner (en)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ρήμα[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
corner (fr) αρσενικό
- (αθλητισμός) το κόρνερ