dangerous
Εμφάνιση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]παραθετικά | |
θετικός | dangerous |
συγκριτικός | more dangerous |
υπερθετικός | most dangerous |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]dangerous (en)
- επικίνδυνος
- ⮡ The wild bear is very dangerous.
- Η άγρια αρκούδα είναι πολύ επικίνδυνη.
- ≈ συνώνυμα: precarious και unsafe
- ⮡ The wild bear is very dangerous.