discerning
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
- οξυδερκής
- με αναλυτική ματιά, παρατηρητικός κριτής