Βούζι
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Νέα ελληνικά (el)[επεξεργασία]
↓ πτώσεις | ενικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | Βούζι | ||
γενική | του | Βουζιού & Βουζίου | ||
αιτιατική | το | Βούζι | ||
κλητική | Βούζι | |||
Η κατάληξη -ιού προφέρεται με συνίζηση. Ο δεύτερος τύπος της γενικής, λόγιος, παλιότερος. | ||||
Κατηγορία όπως «καράτι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- Βούζι < καθαρεύουσα Βούζιον < βούζι (κουφοξυλιά)[1]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ˈvu.zi/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : Βού‐ζι
Κύριο όνομα[επεξεργασία]
Βούζι ουδέτερο, μόνο στον ενικό
Συγγενικά[επεξεργασία]
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
Μεταφράσεις[επεξεργασία]
Αναφορές[επεξεργασία]
- ↑ βλ. Ντίνας, Κωνσταντίνος. Δ. (1980). Το τοπωνυμικό της Σαμαρίνας Γρεβενών. Μακεδονικά, 20(1), 317
- ↑ ΦΕΚ Α 188, 19 Αυγούστου 1954 (λήψη αρχείου PDF)
Κατηγορίες:
- Ουσιαστικά που κλίνονται όπως το 'καράτι' χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά ουδέτερα (νέα ελληνικά)
- Ουσιαστικά χωρίς πληθυντικό (νέα ελληνικά)
- Προέλευση λέξεων - τοπωνύμια από την καθαρεύουσα (νέα ελληνικά)
- Λήμματα με προφορά ΔΦΑ (νέα ελληνικά)
- Κύρια ονόματα (νέα ελληνικά)
- Χωριά της Φθιώτιδας (νέα ελληνικά)
- Χωριά (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Φθιώτιδας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια (νέα ελληνικά)
- Παρωχημένοι όροι (νέα ελληνικά)
- Χωριά της Εύβοιας (νέα ελληνικά)
- Τοπωνύμια της Εύβοιας (νέα ελληνικά)
- Αντίστροφο λεξικό (ελληνικά)