fearlessly

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

παραθετικά
θετικός fearlessly
συγκριτικός more fearlessly
υπερθετικός most fearlessly

Ετυμολογία [επεξεργασία]

fearlessly < fearless + -ly

Επίρρημα[επεξεργασία]

fearlessly (en)

  • άφοβα
    Speak to me fearlessly; nothing will happen to you.
    Μίλα μου άφοβα· τίποτα δε θα πάθεις.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη bravely

Πηγές[επεξεργασία]