Μετάβαση στο περιεχόμενο

hesitant

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός hesitant
συγκριτικός more hesitant
υπερθετικός most hesitant

Επίθετο

[επεξεργασία]

hesitant (en)

Συνώνυμα

[επεξεργασία]

Συγγενικά

[επεξεργασία]